μαρωνίτης

μαρωνίτης
ο
οπαδός χριστιανικής αίρεσης του Λιβάνου.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • μαρωνίτης — ο (ως κύριο ον.) στον πληθ. οι Μαρωνίτες οπαδοί χριστιανικής αίρεσης τού Λιβάνου, αρχικά, και πιστοί τής Μαρωνιτικής Εκκλησίας, αργότερα, η οποία ανήκει στον Ρωμαιοκαθολικισμό. [ΕΤΥΜΟΛ. Από το όν. τού αγίου Μάρωνος, που λατρεύεται στον Λίβανο] …   Dictionary of Greek

  • Μαρωνίτης, Δημήτριος — (Θεσσαλονίκη 1929 –). Φιλόλογος, κριτικός της νεοελληνικής λογοτεχνίας και πανεπιστημιακός. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (στο οποίο αναγορεύτηκε διδάκτορας) και μετεκπαιδεύτηκε στα πανεπιστήμια Μάιντς …   Dictionary of Greek

  • μαρωνίζω — [Μαρωνίτης] είμαι οπαδός τής αίρεσης τών Μαρωνιτών …   Dictionary of Greek

  • Athenion of Maroneia — (Ancient Greek: Ἀθηνίων Μαρωνίτης) was an ancient Greek painter, born at Maroneia in Thrace who flourished during the late 4th and early 3rd centuries BC. He was a pupil of Glaucion of Corinth, and a contemporary probably of… …   Wikipedia

  • Manolis Anagnostakis — (Salónica, 10 de marzo de 1925 – Atenas, 23 de junio de 2005) fue un poeta griego y crítico en la vanguardia de los movimientos poéticos marxista y existencialista que surgieron durante la Guerra civil griega a finales de los años 1940.… …   Wikipedia Español

  • Non-English usage of quotation marks — A Non English usage of quotation marks Punctuation apostrophe ( …   Wikipedia

  • λίβανος — Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β, Α και ΝΑ με τη Συρία, στα Ν με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Δ από τη Μεσόγειο θάλασσα.Περιλαμβανόμενη μεταξύ της οροσειράς του Aντιλιβάνου και της Mπαχρ ελ Mουτεουάσιτ, η Δημοκρατία …   Dictionary of Greek

  • μαρωνιτικός — ή, ό [Μαρωνίτης] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Μαρωνίτες («μαρωνιτικό αλφάβητο») …   Dictionary of Greek

  • Γεώργιος — I (275 – 305 μ.Χ.). Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, γνωστός ως Τροπαιοφόρος και Θαυματουργός. Πληροφορίες για τη ζωή του περιέχουν τα Συναξάρια. Γεννήθηκε από εύπορους χριστιανούς γονείς και διέθετε πολλά φυσικά και πνευματικά χαρίσματα.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”